Blog

Η κατάληψη της Θεσσαλονίκης από τους Νορμανδούς και η μάχη στο Δημητρίτσι (1185 μ.Χ.)

Η Νορμανδική Εισβολή του 1185 
Την περίοδο μετά το θάνατο του Μανουήλ Κομνηνού, που το Βυζάντιο σπαρασσόταν από έριδες, στη Σικελία βασίλευε ο ικανότατος Νορμανδός βασιλέας Γουλιέλμος Β’ ο Καλός (Guillaume II le Bon).
Με πρόφαση την προστασία του ανήλικου διαδόχου του βυζαντινού θρόνου, ο Γουλιέλμος οργάνωσε εκστρατεία εναντίον του Βυζαντίου, με απώτερο στόχο την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης και την αναγόρευση του ίδιου σε Ρωμαίο αυτοκράτορα. Συγκέντρωσε ισχυρό στρατό 80.000 ανδρών, εκ των οποίων 5.000 ιππότες υπό τους συγγενείς του, κόμητες Ριχάρδο και Βαλδουΐνο ντ’ Ωτβίλλ (Baudouin d’ Hauteville) και στόλο 200 πλοίων, υπό τούς Μαργαρίτη του Βρίντισι (Margaritus de Brindisi) και Τανκρέδο του Λέτσε (Tancred de Lecce).  Σημειωτέον οτι τα νούμερα που αναφέρονται – πλην του στόλου – είναι αμφισβητούμενα και η πραγματική δύναμη των Νορμανδών φαίνεται ότι ήταν στο 1/3 των προαναφερθέντων.
 
Το στράτευμα αυτό, αφού αποβιβάσθηκε και κατέλαβε το Δυρράχιο στη συνέχεια κατευθύνθηκε μέσα από την Αλβανία, την Ήπειρο και τη Μακεδονία προς τη Θεσσαλονίκη. Ο στόλος αφού κατέλαβε τα νησιά Κέρκυρα, Κεφαλληνία και Ζάκυνθο, έφτασε στις 15 Αυγούστου του 1185 στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης και άρχισε να την πολιορκεί από ξηρά και θάλασσα. Ο ανεφοδιασμός όμως της πόλης δεν ήταν επαρκής, ο διοικητής της Δαυίδ Κομνηνός δεν ήταν ικανός να οργανώσει κατάλληλα την άμυνα, εγκατέλειψε τους αμυνόμενους και οι ενισχύσεις από την Κωνσταντινούπολη έφτασαν πολύ αργά. Έτσι οι Νορμανδοί, μέσα σε λίγες μέρες, (24 Αυγ. 1185 μ.Χ.) αφού έχασαν 3.000 στρατιώτες, κατέλαβαν τη Θεσσαλονίκη, παρά την ηρωική άμυνα των κατοίκων και τη λεηλάτησαν με τον πιο απάνθρωπο τρόπο, θανατώνοντας 7.000 από τους κατοίκους της, σύμφωνα με όσα μας αναφέρει ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Ευστάθιος στο έργο του «Ιστορία της αλώσεως της Θεσσαλονίκης υπό των Νορμανδών»
 
Ο Ισαάκιος Άγγελος και η προέλαση των Νορμανδών προς την Βασιλεύουσα.
Οι Νορμανδοί αρχηγοί, αν και γενναίοι μαχητές δεν είχαν ούτε τη στρατηγική ικανότητα, ούτε την πολιτική οξύνοια του βασιλιά τους. Θεωρώντας ότι δεν υπήρχε άμεση απειλή, είχαν χωρίσει τις δυνάμεις τους σε πολλά αποσπάσματα που είχαν εκτραπεί σε λεηλασίες, πράγμα το οποίο τους είχε αποδυναμώσει. Επιπλέον οι προσωπικές τους φιλοδοξίες δυσκόλευαν περισσότερο τη συνεργασία τους. Έτσι, ευθύς μετά την κατάληψη της Θεσσαλονίκης, ο Νορμανδικός στρατός χωρίσθηκε σε τρία τμήματα: Ένα τμήμα παρέμεινε για φρούρηση της Θεσσαλονίκης, το δεύτερο εισέβαλε στην περιοχή των Σερρών καταστρέφοντας και λεηλατώντας και από το τρίτο, ένα μέρος εγκαταστάθηκε στο Στρυμόνα καταστρέφοντας την περιοχή της Αμφίπολης και το άλλο μέρος κατευθύνθηκε προς την Κωνσταντινούπολη και στρατοπέδευσε στη Μοσυνόπολη (κοντά στην σημερινή Κομοτηνή), ενώ ο νορμανδικός στόλος πλησίαζε απειλητικά την Κωνσταντινούπολη.
 
Για να αντιμετωπίση τους Νορμανδούς, ο αυτοκράτορας Ανδρόνικος Κομνηνός συγκρότησε στράτευμα από όλα τα Ευρωπαϊκά και Ασιατικά τάγματα, ενώ συγκέντρωσε και 100 πολεμικά πλοία για να εμποδίσει την εισβολή του Νορμανδικού στόλου στην θάλασσα της Προποντίδος. H εκστρατεία του όμως ξεκίνησε καθυστερημένα και οι Βυζαντινές δυνάμεις δεν κατόρθωσαν να αναχαιτίσουν τους Νορμανδούς. Η άλωση της Θεσσαλονίκης και η αποτυχία του Ανδρονίκου να ανακόψη την Νορμανδική προέλαση προς την Κωνσταντινούπολη προκάλεσαν πανικό και δυσαρέσκεια στον λαό, με αποτέλεσμα να ξεσπάση, εξέγερση εναντίον του στην Κωνσταντινούπολη τον Σεπτέμβριο του 1185 μ.Χ., με υποκίνηση της αριστοκρατικής οικογενείας των Αγγέλων. Ο αυτοκράτορας Ανδρόνικος συνελήφθη και αφού παραδόθηκε στον όχλο της Κωνσταντινουπόλεως, θανατώθηκε έπειτα από φρικτά βασανιστήρια τριών ημερών, ενώ ο Ισαάκιος Β΄ Άγγελος, ο οποίος είχε ηγηθεί της εξεγέρσεως, ανακηρύθηκε αυτοκράτορας. Ο νέος αυτοκράτορας δεν ήταν ιδιαίτερα ικανός ο ίδιος, είχε όμως την τύχη να περιστοιχίζεται από ικανούς ανθρώπους, όπως ο στρατηγός Αλέξιος Βρανάς, που καταγόταν από αριστοκρατική στρατιωτική οικογένεια της Ανδριανούπολης. Ο Βρανάς κατόρθωσε να ανασυγκροτήσει τα βυζαντινά στρατεύματα χάρη στη μεγάλη πείρα που διέθετε και τους αστείρευτους πόρους της αυτοκρατορίας και να οργανώσει έναν ισχυρό και καλά εξοπλισμένο και αξιόμαχο στρατό.
 
Αφού λοιπόν με προσεκτικές αναγνωρίσεις διαπίστωσε την κατάσταση των Νορμανδών, οδήγησε το στρατό την κατάλληλη στιγμή, επιτέθηκε στα μεμονωμένα τμήματα που βρίσκονταν γύρω από τη Μοσυνόπολη και τα έτρεψε σε φυγή. Χωρίς ανάπαυλα, το αυτοκρατορικό στράτευμα αιφνιδίασε τους Νορμανδούς που βρίσκονταν μέσα στη Μοσυνόπολη, οι οποίοι από ολιγωρία είχαν αφήσει αφρούρητες τις πύλες, και φόνευσε πολλούς, παίρνοντας τα άλογα και τον οπλισμό τους. Στην συνέχεια, ήταν πολύ εύκολο να εξοντώσει ένα-ένα τα διασκορπισμένα τμήματα των Νορμανδών που βρίσκονταν στην περιοχή της Αμφίπολης. 
 
Χωρίς να καθυστερήσει ο Αλέξιος Βρανάς οδηγεί τώρα τον στρατό του στην περιοχή του Στρυμόνα, όπου είχε στρατοπεδεύσει το άλλο τμήμα των Νορμανδών, έχοντας στόχο να δώσει το τελειωτικό χτύπημα και να απομακρύνει οριστικά τον κίνδυνο για την αυτοκρατορία.
 
Η Μάχη του Δημητριτσίου.
Τα δύο στρατεύματα παρατάχθηκαν στον τόπο «…τον λεγόμενον του Δημητρίτζη». Ο Βαλδουίνος, που αντελίφθηκε ότι βρισκόταν σε μειονεκτική θέση, προσπάθησε να διαπραγματευθεί. Παράλληλα όμως, έστειλε αγγελιοφόρο στο γυναικάδελφο του Ταγκρέδου, Ριχάρδο, καλώντας τον να τον ενισχύσει, ενώ ειδοποιούσε να συγκεντρωθούν εσπευσμένα οι σκόρπιοι στρατιώτες του που λεηλατούσαν. Δε διακινδύνευε να υποχωρήσει πέρα από το Στρυμόνα, γιατί φοβόταν επίθεση καθώς θα περνούσε το ποτάμι. Ο Βρανάς όμως παρακολουθούσε τις βιαστικές κινήσεις των λαφυραγω¬γών που κατευθύνονταν άτακτα προς το στρατόπεδό τους και κατάλαβε ότι υπάρχει δόλος στις προθέσεις των Νορμανδών. Έκανε πως δέχεται τους κήρυκες, εκμεταλλευόμενος το χρόνο για να μεταπέσει από διάταξη πορείας σε διάταξη μάχης. Θέλοντας να αποφύγει τη συγκέντρωση του εχθρού, που ίσως του στερούσε το πλεονέκτημα της αριθμητικής υπεροχής, τράβηξε το ξίφος του κι επιτέθηκε πρώτος, ενώ οι άντρες του τον ακολούθησαν αλαλάζοντας. Οι Νορμανδοί ιππότες αντεπιτέθηκαν με τις ορμητικές επελάσεις για τις οποίες ήταν διάσημοι. Ήταν όμως χωρισμένοι σε μικρές πρόχειρες ομάδες και στα σημεία που διασπούσαν τις γραμμές των Βυζαντινών περικυκλώνονταν από τους αριθμητικά υπέρτερους αντιπάλους τους και σφαγιάζονταν. Το πεζικό τους, κάτω από την πίεση του αντίστοιχου βυζαντινού, δεν μπορούσε να τους υποστηρίξει. Οι άτακτοι ελαφροί πεζοί όρμησαν προς το ποτάμι προσπαθώντας να σώσουν τη λεία τους όπου οι Βυζαντινοί τους ακολουθούσαν και τους σκότωναν. Οι Νορμανδοί ιππείς μάχονταν απεγνωσμένα, αλλά η ορμή τους είχε καταπέσει, καθώς τα άλογά τους είτε σκοτώνονταν είτε κατέρρεαν από εξάντληση. Η μάχη εξελισσόταν πλέον όχι σε επελάσεις με τη λόγχη, αλλά σε συγκρούσεις με πολεμικά ρόπαλα και ξίφη, όπου η αριθμητική υπεροχή των Βυζαντινών τους έδινε τη δυνατότητα να περικυκλώνουν τους αντιπάλους τους και να τους καταβάλλουν. Ελάχιστοι ιππότες κατάφεραν να διασπάσουν τον κλοιό και να διαφύγουν. Μόλις σκοτώθηκε ο σημαιοφόρος του Βαλδουίνου και το λάβαρο έπεσε κάτω, αυτός και οι σωματοφύλακές του λύγισαν και παραδόθηκαν. Τα γεγονότα αυτά, σύμφωνα πάντα με το Νικήτα Χωνιάτη και το Θεόδωρο Σκουταριώτη συνέβησαν το απόγευμα της 7ης Νοεμβρίου του 1185 μ.Χ., ενώ η περιοχή του πεδίου της μάχης – και το σημερινό χωριό της επαρχίας Βισαλτίας Σερρών – πήρε το όνομά της από τον στρατηγό Δημητρίτσα που έπεσε σ’ αυτήν τη μάχη.
 
Αιχμάλωτοι συλλαμβάνονται και οι δύο στρατηγοί, ο Ριχάρδος, ο γυναικάδελφός του Ταγκρέδος, και ο Βαλδουίνος, « … ο οποίος δεν ήταν μέν κατά φύση ευγενούς και λαμπρού γένους, αλλά ήταν σεβαστότατος στον βασιλέα του για την πολεμική δεξιότητά του, ο ίδιος δε παρομοίαζε τον εαυτό του με το Μέγα Αλέξανδρο…», σύμφωνα με τον Νικήτα Χωνιάτη. Αρκετοί διασωθέντες Νορμανδοί διέφυγαν στη Θεσσαλονίκη και απέπλευσαν με τα εκεί ευρισκόμενα πολεμικά πλοία, αλλά κατά τον πλού τους ναυάγησαν εξαιτίας σφοδρών καταιγίδων, ενώ πολλοί που δεν μπόρεσαν να διαφύγουν δια θαλάσσης, εξοντώθησαν από τον Βυζαντινό στρατό και ιδίως από τους Αλανούς μισθοφόρους του. Συνελήφθη επίσης και ο πρωτοσεβαστός Αλέξιος Κομνηνός, ο οποίος και τυφλώθηκε, ποινή που επιβαλλόταν συνήθως για το έγκλημα της εσχάτης προδοσίας. Κατόπιν και το Νορμανδικό ναυτικό αναγκάσθηκε να υποχωρήση προς την Ιταλία, αφού οι Βυζαντινές δυνάμεις απαγόρευαν την έξοδό τους για ανεφοδιασμό, αλλά κατά τον πλού της επιστροφής τους αντιμετώπισαν και αυτοί σφοδρές καταιγίδες, λιμό και επιδημία και έτσι χάθηκαν πολλοί από αυτούς.
 
Επίλογος
Η συντριπτική ήττα των Νορμανδών στο Δημητρίτσι σήμανε και την οριστική κατάρρευση της εκστρατείας τους. Η προφορική παράδοση – η οποία σημειώνεται και από τον Χωνιάτη – αναφέρει ότι στη μάχη έπεσε ο στρατηγός του Βυζαντινού/Ρωμαϊκού στρατού Δημητρίτσας, από όπου πήρε και το όνομα η περιοχή και το σημερινό χωριό. Η νίκη στο Δημητρίτσι απομάκρυνε οριστικά των κίνδυνο των Νορμανδών, ενίσχυσε σε σημαντικό βαθμό το ηθικό της Αυτοκρατορίας και στερέωσε στο θρόνο τον αυτοκράτορα Ισαάκιο Άγγελο. Ανέστειλε την κινητοποίηση των Τούρκων του Ικονίου, οι οποίοι εκμεταλλεύτηκαν την πτώση και το θάνατο του Ανδρόνικου του Α΄ και το φθινόπωρο του 1185 έκαναν επιδρομή στο θέμα των Θρακησίων. Τέλος, απέδειξε ότι το Βυζαντινό Κράτος ήταν ακόμα σε θέση να αντιμε¬τω¬πίσει τις οποιεσδήποτε προκλήσεις διαθέτοντας και ικανότατους ανθρώπους και αρκετούς οικονομικούς πόρους. Δυστυχώς, τα γεγονότα που ακολούθησαν και οι κακοί χειρισμοί τόσο στην εσωτερική όσο και στην εξωτερική πολιτική οδήγησαν στην κατάρρευση της αυτοκρατορίας και στην άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους το 1204.
 
Πηγές:
Πέτρος Βλαχάκος, Η μάχη στο Δημητρίτσι (1185 μ.Χ.), Πρακτικά Α΄ Επιστημονικού Συμποσίου «Η Νιγρίτα –και Η Βισαλτία δια μέσου της Ιστορίας» (υπό την αιγίδα της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών). Νιγρίτα 1995, σσ. 87-95
 

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την πολιτική απορρήτου.